
Περνώντας αφηρημένα την Ερμού το βλέμμα μου στάθηκε σε μια καφέ τσάντα από της πολλές που ήταν απλωμένες σε ένα λευκό σεντόνι, ο «πάγκος» προβολής της πραμάτειας ενός νέγρου μικροπωλητή. Τον πλησίασα πήρα την τσάντα στα χέρια μου, « twenty five euro only» μου λέει, «θέλω να δω το λουράκι» του λέω, «θέλω να είναι αρκετά μακρύ στο μήκος», ήταν αγχώδης και βιαστικός στις κινήσεις του αλλά εξυπηρετικός, «γιατί ?» μου λέει ..«όλες θέλουν κοντό». Μου έδειξε το λουράκι, ήταν αυτό που ήθελα και ενώ ήμουνα έτοιμη να πληρώσω αλλά και να εξηγήσω την ιδιαίτερη απαίτηση μου,μου πέταξε την τσάντα, έπιασε από τις γωνίες το σεντόνι με την πραμάτεια το φόρτωσε στις πλάτες του και εξαφανίστηκε τρέχοντας. Με αιφνιδίασε, έμεινα «άγαλμα» με την τσάντα στο ένα χέρι και με τα 25 ευρώ στο άλλο χέρι. Η αστυνομία του δήμου με προσπέρασε…
θυμήθηκα μια συμβουλή από τα παιδικά μου χρόνια. Όταν χαθείς με κάποιον,μην μετακινείσαι άσκοπα. Μείνε σταθερά σε εκείνο το σημείο που τον είδες τελευταία φορά, γιατί θα περάσει από εκεί που είχατε περάσει μαζί.
Πράγματι εμφανίστηκε από το πουθενά, πήρε τα λεφτά με ευχαρίστησε και εξαφανίστηκε τρέχοντας ο βιοπαλαιστής!